Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

O Άνεργος

Ο άνεργος είναι αυτός που δεν έχει εργασία. Η ανεργία είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο άνεργος. Έτσι απλά; Ίσως όχι.

(σκέψεις για ιδία χρήση. μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον εαυτό του. κι ίσως κάποιος άλλος να αναγνωρίσει το διπλανό του. αυτό και μόνο θα είναι πολύτιμη βοήθεια)

Η ανεργία μοιάζει με καλπάζουσα ασθένεια. Ένα αυτοάνοσο νόσημα. Χτυπάει αθώα σαν μια συνηθισμένη ίωση που θα περάσει, όπως πάντα. Όμως σιγά σιγά βάλλει ζωτικές σου λειτουργίες και όργανα. Και με σταθερό ρυθμό αλλά ωστόσο ανεπαίσθητο σε οδηγεί σε έναν κοινωνικό θάνατο κι έπειτα στον πνευματικό σου θάνατο και λίγο μετά στο φυσικό σου τέλος. Ένα τέλος που έρχεται σα να ήτανε σκοπός. Και η αριστοτελική έννοια του όρου, αποκαθίσταται. Ότι απομένει από εσένα δεν είναι παρά μια ισχνή ανάμνηση. Κι εσύ μόνος να τριγυρνάς σε μια πόλη που δεν γνωρίζεις πια, ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν θυμάσαι πια, ένας ζωντανός νεκρός.

Ο άνεργος δεν είναι αυτός που δεν έχει εργασία ή χρήματα έτσι απλά. Ο άνεργος είναι αυτός που δεν έχει ρόλο στο κοινωνικό σύνολο. Κι αν ανήκει σε αυτούς που είχαν πιστέψει το λόγο του Καζαντζάκη «Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δεν σωθεί, εγώ φταίω» τότε ο άνεργος βρίσκεται πρώιμα αντιμέτωπος με την αποκάλυψη πως τελικά η γη γυρίζει δίχως τη βοήθεια του.

Ο άνεργος είναι αυτός που φίλοι και γνωστοί αρχίζουν μέρα με τη μέρα να τον αποφεύγουν. Οι απλοί γνωστοί γιατί δεν τον έχουν πια ανάγκη. Οι εργαζόμενοι φίλοι αρχικά τον αποφεύγουν από το φόβο πως μπορεί ίσως να ζητήσει βοήθεια που δεν μπορούν να του προσφέρουν. Κι αργότερα τον αποφεύγουν γιατί νιώθουν πως δεν έχουν να πουν πια τίποτα μαζί του. Και οι επίσης άνεργοι φίλοι τον αποφεύγουν όπως τους αποφεύγει και αυτός, για να μην βλέπει ο ένας την εικόνα του εαυτού του στα μάτια του άλλου.

Και κάπως έτσι το τηλέφωνο σταματάει να χτυπά.

Αλλά κι η οικογένεια του κι ο λατρεμένος άλλος στην αρχή τον συμπονά, έπειτα λυπάται, μετά τον απαξιώνει και τέλος δεν τον αναγνωρίζει… ‘’είναι αυτός ο άνθρωπος που γνώρισα;’’ …. θα λέει μυστικά, κι αργότερα φανερά.

Κι όσο η νόσος της ανεργίας χρονίζει, τόσο ο άνεργος απομονώνεται. Τον απομονώνουν αλλά απομονώνει κι ο ίδιος τον εαυτό του. Όχι δεν θέλει να ενοχλεί, δεν θέλει να γίνεται δυσάρεστος. Το ξέρει άλλωστε. Ναι, έχει το στίγμα.

Όχι πως δεν νιώθει τις σιωπές όταν βρεθεί κοντά σε μια παρέα από τα παλιά. Αλλά σιγά σιγά κι αυτές οι παρέες κάνουν πως δεν τον αναγνωρίζουν. Αλλά ούτε κι ο ίδιος τις θυμάται πολύ καλά. Κι έτσι αμφότεροι στρέφουν τα βλέμματα προς την αντίθετη πλευρά.

Κι αν στην αρχή έψαχνε για εργασία και είχε ιδέες, όσο περνά ο καιρός πείθεται για την ανικανότητά του. Η απαξία των άλλων γίνεται και δική του προς τον εαυτό του και δεν έχει πια μήτε την πίστη μήτε την τόλμη.

Φυσικά και μισεί τον εαυτό του. Κι όσο χάνει αγαπημένους και φίλους τόσο περισσότερο μισεί τον εαυτό του. Αυτός φταίει, φυσικά. Αυτός φταίει που δεν έχει δουλειά. Αυτός φταίει που οι άλλοι τον εγκατέλειψαν. Και έχουν δίκιο, τόσο μίζερος και ανίκανος και θλιβερός που είναι.

Φορά τα ίδια ρούχα πια. Κι η κάθε κίνηση είναι μηχανιστική. Σηκώνεται, κάθεται, κοιμάται και ξυπνάει, τρώει, ανοίγει κλείνει την τηλεόραση, ανοίγει κλείνει την εφημερίδα, ανοίγει κλείνει το βιβλίο, ανοίγει κλείνει τον υπολογιστή, ελέγχει τα μηνύματα που δεν έχει … έτσι δίχως λόγο και δίχως να τον αφορά. Το σώμα του μονάχα θυμάται αμυδρά πως κάποτε έτσι έκανε.

Και κάποιες στιγμές δύναμης, εκεί στην αρχή, σκέφτεται πως όχι δεν μπορεί να μου συμβαίνει αυτό, όχι, δεν είναι δυνατόν να περάσω όλη τη ζωή μου έτσι σαν να μη υπάρχω, κάτι θα συμβεί, θα αλλάξουν τα πράγματα, πάντα κάτι γίνεται. Αλλά λίγο αργότερα όταν αυτή η στιγμή δύναμης ξαναέρχεται, πιο αδύναμη, αλλά έρχεται, αυτός έτσι απλά τη διώχνει, γιατί πια καλά κατάλαβε πως, ναι, μπορεί, φυσικά και γίνεται να ζήσω όλο το υπόλοιπο της ζωή μου έτσι, σαν να μην υπάρχω.

Κι όταν περπατά στο δρόμο έτσι από συνήθεια, δεν ακούει μήτε βλέπει καλά. Στην αρχή δεν ακούει καλά γιατί ο λόγος του άλλου και η βουή της πόλης δεν τον αφορά. Κι έπειτα όσο οι κραυγές αυτών που μιλάνε στο όνομά του, για το καλό του, κορυφώνονται, τόσο η ακοή του μειώνεται. Κι η όραση του επίσης. Το μόνο που βλέπει πια είναι τη σκιά του εαυτού του να περιφέρεται άσκοπα σαν τη ψυχή του Δάντη στο καθαρτήριο αναμένοντας την ετυμηγορία. Και το μόνο που ακούει είναι, ίσως, τα λόγια του ποιητή…

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη•

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Γιατί σωπαίνω

Επιστρέψαμε στην εποχή των ψιθύρων και των κρυφών βλεμμάτων, στην εποχή του φόβου. Μόνο που τον φόβο δεν τον προκαλούν αυτή τη φορά οι ένστολοι και οχήματα στρατιωτικά, αλλά κάποιοι άλλοι που σου μοιάζουν και μιλάνε στο όνομα της δημοκρατίας.

Επιστρέψαμε στην περίοδο που επιβάλλονται οι σιωπές, οι αρνήσεις και τα ψέματα, μόνο που επιβάλλονται στο όνομα της άριστης δημοκρατίας, της ελευθερίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων , του φτωχού και του ανέργου.

Παλιά ο εχθρός ήταν διαφορετικός από εσένα, τον έβλεπες.

Τώρα σου μοιάζει. Ή μάλλον όχι, τώρα καμώνεται πως είσαι εσύ. Ο πραγματικός σου εαυτός που θα επαναφέρει τον ξεστρατισμένο σου άλλο εαυτό.

Με ρωτάνε γιατί δεν ασχολούμαι άλλο με τα παιδιά εκείνα με τα βλέμματα όλο ελπίδα.

Κι απαντώ πως τότε τα παιδιά αυτά, δίχως χαρτιά, δίχως σπίτι, δίχως πατρίδα ήταν τα μόνα που δεν είχαν φωνή. Τώρα όμως είναι κι άλλοι, είναι πολλοί.

Είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που ο συνδικαλισμός αδιαφορεί για αυτούς και οι ίδιοι δεν θεωρούν χρήσιμο να καίνε την Αθήνα φωνάζοντας συνθήματα δάνεια που κάποτε είχαν νόημα αλλά τώρα μένουν κούφια.

Είναι όλοι αυτοί που προσπαθούν να καταλάβουν αλλά δεν τους εξηγούν, που θέλουν να βοηθήσουν αλλά δεν τους αφήνουν, που θέλουν να ελπίζουν αλλά δεν τους το επιτρέπουν.

Αυτοί είναι πλέον οι άνθρωποι χωρίς φωνή, η πλειονότητα των Ελλήνων. Σε αυτούς ανήκω κι εγώ. Για αυτό σωπαίνω. Δεν έχω άλλωστε πια τι να πω.

Συγγνώμη

Αφροδίτη

*Μια απάντηση προς τους φίλους του F/B.

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Eν-δυο, εν-δυο, … κλίνατε προς το πουθενά

«Eν-δυο, εν-δυο, … κλίνατε επ’ αριστερά» … και 25 μαθητές γυμνασίου με ομοιόμορφα ρούχα - λευκό πουκάμισο, γκρίζα γιλέκα και παντελόνια- έστρεψαν δια μιας το σώμα τους αριστερά γυρνώντας την πλάτη στην εξέδρα των επισήμων κατά τη διάρκεια της παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου. Τα χαμόγελα περίσσευαν στα πρόσωπα τους καθώς εισέπρατταν τα «Μπράβο ρε, μπράβο» μαζί με πλήθος χειροκροτημάτων.

Eν-δυο, εν-δυο, … κλίνατε επ' αριστερά, οι σαλπιγκταί εις τα δεξιά, έτοιμοι, εμπρός μαρς! ένα-δύο-εν-δυο! Mεταααβολή!... μαρς.

Επίδειξη δύναμης, τελειότητας, πειθαρχίας. «Μπράβο ρε, μπράβο!».

Για μισό λεπτό, όμως. Το απόλυτα συγχρονισμένο «κλίνατε επ’ αριστερά» 20-30 μαθητών γυμνασίου δεν είναι κάτι απλό, δεν μπορεί να γίνει αυθόρμητα, δεν μπορεί έτσι απλά να έχει συμφωνηθεί μεταξύ τους λίγη ώρα πριν την παρέλαση.

Το «κλίνατε επ’ αριστερά» προϋποθέτει σκληρή και επί μακρών προπόνηση του σώματος, εξάσκηση του συνόλου ώστε να λειτουργεί ως μονάδα, και κυρίως σφυρηλάτηση του νου ώστε να επιτευχθεί αυτή η «επίδειξη δύναμης, τελειότητας, πειθαρχίας». Πρώτα ο νους μαθαίνει να πειθαρχεί τυφλά σε εντολές ανωτάτων κι έπειτα το σώμα να τις εκτελεί. «Η τιμή μου είναι η πίστη μου», διακήρυττε ο Χίμλερ, ο αρχηγός των Ες-Ες.

Και καθώς γνωρίζουμε ότι η ώρα της γυμναστικής στα σχολεία είναι η ώρα της κοπάνας, του χαβαλέ, του φλερτ και των κρυφών τσιγάρων στις τουαλέτες, η ερώτηση έρχεται ομαλά: Ποιοί είναι αυτοί που εκπαιδεύουν τα παιδιά μας επί βδομάδες ώστε να επιτύχουν αυτή την «επίδειξη δύναμης, τελειότητας, πειθαρχίας» γυρνώντας την πλάτη στους θεσμούς, γυρνώντας την πλάτη στη δημοκρατία;

Η απάντηση είναι γνωστή.

Όμως, αλήθεια, επιτρέπουν οι γονείς τους συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ να ομογενοποιούν και άρα να φασιστοποιούν τα παιδιά μας για την ικανοποίηση συντεχνιακών αιτημάτων; Όχι απαραιτήτως. Ίσως αρκετοί γονείς να διαφωνούν αλλά να μην τολμούν να το εκδηλώσουν από το φόβο των αντιποίνων είτε του καθηγητή κατά του ανυπάκουου μαθητή είτε των πειθαρχημένων συμμαθητών κατά του απείθαρχου. Ίσως και κάποιοι γονείς να μην το έμαθαν ποτέ είτε γιατί ο μαθητής φοβόταν να τους το πει για να μην χαρακτηριστεί ρουφιάνος ή καρφί, είτε γιατί είχε κάνει τον όρκο σιωπής μεταξύ συμμαθητών στρεφόμενος φυσικά κατά των γονιών του.

Κι όλα αυτά συμβαίνουν ως να είναι απολύτως θεμιτά. Διότι ακούμε Κυριακή πρωί στη ΝΕΤ τον κ Παφίλη να λέει ότι «η διακοπή της παρέλασης μας χάλασε (στο ΚΚΕ) την παρέλαση διαμαρτυρίας που είχαν οργανώσει (από το ΚΚΕ) να κάνουν κάποια σχολεία» … Μα αλήθεια, το ΚΚΕ οργανώνει 15χρονους μαθητές για να διαμαρτυρηθούν κατά των δημοκρατικών θεσμών υπέρ συνδικαλιστικών αιτημάτων; Και ομοίως πράττουν και άλλοι καθηγητές που πρόσκεινται στο ΣΥΡΙΖΑ, στο ΛΑΟΣ, στη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, στη ΣΠΙΘΑ, ή και στον Ηρακλή και όπου άλλου;

Και στον απόηχο της αποχώρησης του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ Γλέζος θριαμβολογεί αναφερόμενος στα «στρατεύματα του λαού» που έδιωξαν το κράτος. Ποια είναι αλήθεια τα «στρατεύματα του λαού»; Διότι εμείς γνωρίζουμε ότι έχουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις, «κατάλληλες να ανταποκριθούν στις αρχές της αμυντικής πολιτικής της χώρας». Από πότε οι Ένοπλες Δυνάμεις για την αμυντική πολιτική της χώρας έγιναν «στράτευμα λαού» που αναγκάζουν τη δημοκρατία και τους λειτουργούς της να τραπούν σε άτακτη φυγή, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να φυγαδεύεται με δακρυσμένα μάτια, και τους αντιπροσώπους του Έθνους να ξυλοκοπούνται; Κι αν αυτό δεν λέγεται απόπειρα κατάργησης των συντεταγμένων εξουσιών, πως αλλιώς ονομάζεται;

Φυσικά ο λαός έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση σύμφωνα με την ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος να αντισταθεί «με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία» αλλά ποιος είναι ο λαός και ποιοι ομιλούν εξ’ ονόματός του; Οι οργανωμένες μειοψηφίες και ομάδες συμφερόντων του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, τη Χρυσής Αυγής, του ΛΑΟΣ ή οπαδών αθλητικών ομάδων που παρεισφρέουν στα σχολεία υπό τη μορφή της σαλαμοποίησης ή εισοδισμού και εκπαιδεύουν τους μαθητές , τα παιδιά μας, να προβούν σε μια «επίδειξη δύναμης, τελειότητας, πειθαρχίας» για την ικανοποίηση αιτημάτων κάποιου κόμματος, μιας συντεχνίας ή μιας ομάδας εις βάρος του όλου και των ανοργάνωτων πλειοψηφιών;

Σαφώς «ανοργάνωτων» πλειοψηφιών μια και στις δημοκρατίες δεν οργανώνονται οι πλειοψηφίες διότι αν οργανωθούν το πολίτευμα μετατρέπεται σε ολοκληρωτικό. Οι δημοκρατίες ιστορικά είναι αδύναμες μπροστά στις οργανωμένες μειοψηφίες. Κάπως έτσι επιβάλλεται ο φασισμός, μέσω των οργανωμένων μειοψηφιών και των σιωπηλών, ανοργάνωτων και τρομαγμένων πλειοψηφιών.

Και αλήθεια ποιο είναι το διακύβευμα της επανάστασης; Τα μέτρα λιτότητας, η απώλεια κερδών των τραπεζών, η μείωση μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η υποχρέωση στην καταβολή φόρων, η πάταξη της φοροδιαφυγής και ότι κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι λίγο πριν τη σύνταξη θα οδηγηθούν στην εφεδρεία, ώστε να σωθεί το σύνολο της χώρας και των πολιτών και κυρίως το μέλλον των παιδιών μας; Και αφού αυτό είναι το διακύβευμα, γιατί αμπαλάρεται με την δήθεν άρνηση στην δήθεν εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας; Και για ποια ελευθερία άραγε μιλάμε; Για την ελευθερία στο ρουσφέτι, στη λαμογιά και στην αυτοδικία; Διότι αυτό που διαφαίνεται είναι πως αν ανακοινώνανε σήμερα πως επανέρχονται όλα τα προνόμια των συνδικαλιστών και αυξάνονταν οι μισθοί κατά 50%, με αντάλλαγμα την εκχώρηση κάποιων νησιών στην όποια ξένη δύναμη η απάντηση σας θα ήταν: χμ.. να το δούμε…

Και αν θεωρούμε ότι τα αιτήματα είναι σωστά και πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, ποια απάντηση θα δώσουμε στην ερώτηση: «όταν τα παιδιά μας μάθουν να πειθαρχούν τυφλά στις εντολές των ανωτάτων, ποιος θα είναι ο επόμενος που θα τα χρησιμοποιήσει, για ποιο σκοπό, και εις βάρος ποιών;»

Και πριν δώσουμε την απάντηση, ας ακούσουμε τη φωνή κάποιων ανθρώπων που γνώρισαν τον φασισμό:

«Ο ολοκληρωτισμός έρχεται πάντα από κάτω. Όταν κάποιες οργανωμένες ομάδες επιβάλλονται στις μάζες. Με τον όρο «μάζες» εννοούμε έναν μεγάλο αριθμό ανθρώπων που δεν ενδιαφέρονται για την πολιτική και δεν εμπλέκονται ενεργά εμπλακεί ενεργά.

» Ο ολοκληρωτισμός τρέφεται από την αρνητική αλληλεγγύη μεταξύ ανοργάνωτων μαζών από οργισμένους ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα άλλο κοινό παρά μια ασαφή εκτίμηση ότι τα επιφανή μέλη της κοινωνίας είναι απλώς γελοία υποκείμενα και ότι η συντεταγμένη εξουσία είναι ανόητη και διεφθαρμένη.

» Όταν ένα ολοκληρωτικό κίνημα εισβάλει στο κοινοβούλιο περιφρονώντας τον κοινοβουλευτισμό, έχει ήδη πείσει μεγάλο μέρος των πολιτών ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι κίβδηλη και δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του λαού.

» Τα ολοκληρωτικά κινήματα κάνουν χρήση και κατάχρηση των δημοκρατικών ελευθεριών σκοπώντας στην κατάργηση τους» Χάνα Άρεντ, Οι ρίζες του Ολοκληρωτισμού.