Βιαζόταν το κ. Πρωθυπουργός το βράδυ της
Πέμπτης να μιλήσει.
Βιαζόταν να διεκπεραιώσει τα τυπικά καθήκοντά
του στη Βουλή ως πρωθυπουργός και αρχηγός κόμματος.
Βιαζόταν να πει το γνωστό τροπάριο
θυματοποίησής του, αυτό το χρήσιμο μεν εργαλείο επικοινωνίας, πεπερασμένης δε
ισχύος όταν επαναλαμβάνεται μονότονα επί μακρόν - φταίνε τα κανάλια, φταίνε οι εφημερίδες, φταίνε τα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης, φταίνε οι δημοσκόποι, φταίνε οι ξένοι, φταίνε οι άλλοι.
Βιαζόταν να καταθέσει στο λιγοστό πια
ακροατήριο του, ένα κάποιο αφήγημα δήθεν διαπραγματευτικής επιτυχίας πίσω από
το οποίο θα έκρυβε το γεγονός ότι καλούσε την κοινοβουλευτική του ομάδα να
ψηφίσει τη δέσμευση της χώρας με δύο ακόμη μνημόνια- το τρίτο plus και το
τέταρτο. Μνημόνια μόνο με αντιαναπτυξιακά
και δυσβάσταχτα μέτρα, δίχως νέα δανειακή σύμβαση μετά το 2018, δίχως
ορίζοντα εξόδου από την κρίση, και δίχως λόγο αν σκεφτεί κανείς που ήμασταν τον
Γενάρη του 2015. Μνημόνια που χώνουν τη χώρα ακόμη πιο βαθιά στο απόλυτο
αδιέξοδο.
Βιαζόταν ίσως και να βάλει σε εφαρμογή την
«τελική λύση» όπως διαλαλούσε ανεπίγνωστα το σποτάκι που με περίσσια χυδαιότητα
έδωσε στη δημοσιότητα το επιτελείο του για να παραπλανήσουν λίγο ακόμα όχι τόσο
τον ελληνικό λαό, όσο τους εαυτούς τους. Δίχως όμως κανείς από αυτούς να
σκεφτεί πως η φράση «τελική λύση» (final solution) έχει ιστορική φόρτιση τέτοια
που ουδέποτε κανείς λησμόνησε και
τόλμησε να χρησιμοποιήσει ως πολιτικό σύνθημα- «Τελική λύση» ονόμαζαν οι Ναζί το
Ολοκαύτωμα, την οριστική εξόντωση των Εβραίων.
Βιαζόταν ο κ. Τσίπρας. Και δεν υπήρχε κανείς να
ρωτήσει, γιατί βιάζεστε; «Έτσι κι αλλιώς, θα φτάσετε έγκαιρα στην
ήττα σας» .. όπως λέει ο καθηγητής Στέτεν απευθυνόμενος στο Ντόινο Φάμπερ,
ηγετικό στέλεχος του ΚΚ Γερμανίας, στο βιβλίο «H Καμμένη Βάτος» του Μάνες
Σπέρμπερ. «Ποτέ κανείς δεν φτάνει αργοπορημένος στην ήττα του», θα συμπληρώσει.
Ο κ Τσίπρας στην πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή,
φάνηκε πως γνωρίζει πια πολύ καλά ότι έχει τελειώσει. Ανόρεχτα και υποτονικά
επαναλάμβανε φράσεις ως σκιά του παλαιότερου εαυτού του. Γνωρίζει αλλά δεν
ανησυχεί. Μοιάζει να πιστεύει πως έχει χρόνο να απολαύσει την εξουσία και ίσως
και να διαχειριστεί την ήττα του, ή και να την αναστρέψει. Ξέρει άλλωστε πως
στην Ιστορία η περίοδος της παρακμής έχει πολύ μεγαλύτερη διάρκεια από την
περίοδο της ακμής. Χρόνο έχει λοιπόν, για επιπλέον ολέθρια σφάλματα, εναντίον
του τόπου μας. Και δεν αντιλαμβάνεται, ακόμα και αυτή την ύστατη στιγμή, πως το
μέγεθος και η αποτίμηση της δικής του ήττας, η οποία είναι μη αναστρέψιμη,
βρίσκεται σε συνάρτηση με την ήττα της χώρας. Και πως όσο μεγαλύτερη η ήττα της
χώρας, τόσο πιο μαύρη θα είναι η σελίδα στην Ιστορία, στην οποία θα καταγραφεί.
Μόνιμος σύμμαχος του κ Τσίπρα και των όμοιων
του, σε αυτή την καθυστέρηση, οι «αδιάφοροι», το «ασφαλέστερο έρεισμα κάθε
εξουσίας» όπως γράφει ο Μάνες Σπέρμπερ, «αυτοί που λαχανιάζουν κι εκεί που πάει
να γίνει κάτι το σταματούν». Αυτοί οι συμπολίτες μας που σα κάπως να βρήκαν μια
κάποια ασφαλή θέση σε αυτή την εθνική κατολίσθηση, και δεν αντιδρούν - ίσως να
τους αδρανοποιεί και ο φόβος για το άγνωστο ή η κούραση. Και οι υπόλοιποι;-
πολίτες και πολιτικοί. Περιμένουμε επίσης απλώς να φτάσει ο κ. Τσίπρας στην
ήττα του;
Όμως η ήττα η δική του και της ιδεοληψίας του,
δεν πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει ολοκληρωτική ήττα της πατρίδας μας.
Αναμένοντας απλώς, δεν διαμορφώνεις το μετά. Γίνεσαι και εσύ εν τέλει μέρος των
αιτιών της εθνικής ήττας.
Ας σταματήσουμε να περιμένουμε λοιπόν. Η διαμόρφωση ενός εναλλακτικού σχεδίου πρέπει να γίνει άμεσα. Ενός εθνικού σχεδίου για την επόμενη μέρα, που ήδη ξεκίνησε.
Ο κ. Τσίπρας κέρδισε την εξουσία με ένα σύνθημα
σχεδόν ανίκητο: «η ελπίδα έρχεται». Αυτή την ελπίδα επί δύο χρόνια, την
ποδοπατά. Τώρα κανείς δεν ελπίζει. Και αυτή την ελπίδα πρέπει να
ξαναζωντανέψουμε. Το δικαίωμα στην ελπίδα. Και αυτό θέλει ανατροπές πρωτίστως στον τρόπο σκέψης.
* Δημοσιεύεται στο Capital.gr